Τα χωριά στο Menalon Trail

Menalon Trail

Τα χωριά του Menalon Trail

Κείμενο και φωτογραφίες: Τ. Αδαμακόπουλος

Τα χωριά του Menalon Trail
Πηγή: topoguide.gr

Μέσα στο γαλαξία των χωριών και κωμοπόλεων της Αρκαδίας, η Γορτυνία έχει μια ξεχωριστή θέση. Η Βυτίνα, η Δημητσάνα και τα Λαγκάδια είναι τα πρώτα ονόματα που έρχονται στη μνήμη μας μετά την Τρίπολη, όταν προσεγγίζουμε τη γεωγραφία ή την ιστορία της Πελοποννήσου.

Τα Μαγούλιανα
Τα Μαγούλιανα,
το χωριό με το μεγαλύτερο υψόμετρο στην Πελοπόννησο
(πατήστε για μεγέθυνση)

Χάριν των φυσικών πόρων και της ασφάλειας που προσέφερε απλόχερα η περιοχή, η πάγια κατοίκηση, μικρών κυρίως κώμεων και χωριών, συμπληρώθηκε στις ταραγμένες περιόδους από κύματα πληθυσμών που αναζητούσαν ασφάλεια ή απλά ρίζωναν κατά τις μετακινήσεις τους στην Πελοπόννησο διά μέσου της Αρκαδίας. Από την αρχαιότητα είναι γνωστές αρκετές μικρές κώμες, όπως η Τεύθις, το Μεθύδριο, η Μαινάλια Θεισόα, καθώς και θέσεις ναών και άξονες διαβάσεων, όπως και η θέση μιας μεγάλης πόλης, της Γόρτυνος, που άκμασε από τα Γεωμετρικά χρόνια μέχρι και τη Βυζαντινή περίοδο και γειτνίαζε με σημαντικό Ασκληπιείο.

Λίγα είναι γνωστά για τα πρώιμα και μέσα βυζαντινά χρόνια, καθώς η περιοχή βρισκόταν μακριά από τις γραμμές έντασης της ιστορίας. Τα στοιχεία πυκνώνουν αισθητά στα υστεροβυζαντινά χρόνια, όπου έχουμε την ίδρυση των μεγάλων μονών Φιλοσόφου και Προδρόμου. Στην επόμενη περίοδο, το ενδιαφέρον των Φράγκων για την Πελοπόννησο και οι μακρόχρονες συγκρούσεις στην περίμετρό της αντανακλώνται και στο εσωτερικό της Γορτυνίας και μαρτυρούνται από την κατασκευή οχυρωμένων οικισμών και οχυρώσεων - Καρίτενα, Άκοβα, Μαγούλιανα, Βαλτεσινίκο κλπ.

Menalon Trail
Menalon Trail
Η Δημητσάνα, η κώμη των Αρκαδικών βουνών
Αναμφίβολα, η περίοδος που αρχίζει με την απόσυρση των Ενετών (1715) και διαρκεί μέχρι και την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό (1825) είναι ένα διάστημα μεγάλων εντάσεων, αλλά και εξαιρετικών ευκαιριών για τη Γορτυνία, καθώς ο πλούτος της και τα αμυντικά χαρίσματά της συνδυάζονται και απαντούν με θαυμαστό τρόπο στις προκλήσεις των καιρών. Οι σταθεροί παραγωγικοί πόροι του βουνού, η στροφή των νερόμυλων της Δημητσάνας στην κατασκευή μπαρούτης, οι νέες κοινωνικές και οικονομικές λειτουργίες των μοναστηριών, η μέγιστη σημασία που αποκτά η ασφάλεια της ορεινής ενδοχώρας σε σχέση με τη διαρκώς απειλούμενη πεδινή περίμετρο αντανακλώνται στην κοινωνική, οικονομική και πολιτειακή άνοδο των Γορτύνιων. Απόγειο της ισχύος της περιοχής είναι η αίγλη των ισχυρών οικογενειών των Κολοκοτρωναίων, Πλαπουταίων και Δεληγιανναίων-Παπαγιαννόπουλων στη διάρκεια της επανάστασης του 1821 και η μετέπειτα εμπλοκή τους στο νεότευκτο ελληνικό κράτος.

Από το 1833 μέχρι 1997 η Γορτυνία υπήρξε διοικητικά επαρχία του νομού Αρκαδίας, με εννέα δήμους (Γόρτυνος, Δημητσάνας, Τρικολώνων, Ηραίας, Τροπαίων, Κοντοβάζαινας, Κλείτορος, Λαγκαδίων και Βυτίνας) και πρωτεύουσα τη Δημητσάνα. Το 2010 με το σχέδιο Καλλικράτης, η επαρχία Γορτυνίας επανασυστάθηκε γεωγραφικά ως Δήμος Γορτυνίας, με έδρα τη Δημητσάνα.

Ο σημερινός δήμος Γορτυνίας έχει έκταση 1180 τετρ. χλμ. και πληθυσμό μόλις 10.320 κατοίκους. Διατρέχεται από δύο σημαντικούς οδικούς άξονες, το δρόμο Τρίπολη-Βυτίνα-Λαγκάδια-Ολυμπία και ένα σκέλος του που καταλήγει στη Μεγαλόπολη. Γύρω τους, διαρθρώνεται ένα πλούσιο επαρχιακό δίκτυο καλής βατότητας, που διασχίζει το Μαίναλο (σύνδεση Βυτίνας-Χιονοδρομικό Κέντρο Μαινάλου-Τρίπολη, σύνδεση Βυτίνας-Αλωνίσταινας-Τρίπολης) και, μαζί με το τοπικό και το δασικό δίκτυο, επιτρέπουν την προσπέλαση όλων των αξιόλογων πόρων και των τουριστικών θέσεων.

Στεμνίτσα

Η Στεμνίτσα
Η Στεμνίτσα
(πατήστε για μεγέθυνση)

Η Στεμνίτσα, αφετηρία της διαδρομής του Menalon Trail, είναι ο κύριος οικισμός σύνδεσης της Γορτυνίας με την περιοχή της Μεγαλοπολίτιδας. Χτισμένη αμφιθεατρικά σε υψόμετρο 1.080 μ. μέσα σε μια κλειστή πτύχωση της Κλινίτσας, παρακλαδιού του Μαινάλου, το χωριό αναπτύχθηκε σε μια θέση κρυπτική και ταυτόχρονα περιοριστική.

Η περιοχή του οικισμού κατοικήθηκε από την αρχαιότητα και αναφέρεται στα Αρκαδικά του Παυσανία ως ο «άγριος και θηριώδης οικισμός Υψούς». Η Υψούς πήρε το όνομά του από τον οικιστή της, Υψούντα, γυιό του μυθικού βασιλιά της Αρκαδίας Λυκάοντα. Το όνομα Στεμνίτσα είναι πιθανώς των μεσοβυζαντινών χρόνων, όταν η Πελοπόννησος δέχθηκε επάλληλα εποικιστικά κύματα Σλαβικών φυλών και σημαίνει τόπος σκιερός.

Ο πυρήνας του οικισμού αρθρώνεται γύρω από τον κεντρικό δρόμο, που διατρέχει μια κάπως πιό ομαλή ζώνη, ενώ οι περιμετρικές συνοικίες απλώνονται στις βραχώδεις εξάρσεις, στις σκιερές πτυχές γύρω από το ρέμα ή στις προσήλιες πλαγιές πάνω από την πλατεία. Ο οικισμός έχει κηρυχθεί ως παραδοσιακός και όλα σχεδόν τα σπίτια είναι πετρόχτιστα.

Ο οικισμός στολίζεται από πολλές και μεγάλες εκκλησίες, όλες παλαιότερες του 20ού αιώνα. Στην κεντρική πλατεία δεσπόζει ο Άγιος Γεώργιος, μεγάλη βασιλική με πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο και αγιογραφίες του Φώτη Κόντογλου. Η ενοριακή εκκλησία είναι αφιερωμένη στην Αγία Παρασκευή, ενώ άλλες σημαντικές εκκλησίες είναι η Παναγία η Μπαφέρω, η Παναγία Καρέα και ο Άγιος Νικόλαος στο φυσικά οχυρό παλιότερο τμήμα και ο Καταγιώργης στην κάτω συνοικία. Στο πάνω μέρος του χωριού διατηρείται σε άριστη κατάσταση το καθολικό και μερικά προσκτίσματα της υστεροβυζαντινής μονής Ζωοδόχου Πηγής (ή Χρυσοπηγής), στην οποία στεγάστηκε η Σχολή της Στεμνίτσας κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και το 1821 συνεδρίασε η Πελοποννησιακή Γερουσία.

Η Στεμνίτσα υπήρξε οικισμός προσανατολισμένος στο εμπόριο και την τεχνουργία μετάλλων, όπως την αργυροχρυσοχοΐα, η οποία αναπτύχθηκε σε κύρια επαγγελματική διέξοδο των Στεμνιτσιωτών. Σήμερα λειτουργεί στο χωριό Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας του ΙΕΚ Στεμνίτσας.

Σημαντικό κέντρο οργάνωσης του αγώνα στην περίοδο της Επανάστασης του 1821, η Στεμνίτσα διατέλεσε έδρα της πρώτης Πελοποννησιακής Γερουσίας και πρώτη άτυπη πρωτεύουσα του επαναστατημένου Ελληνικού έθνους, μέχρι να φτάσει στον Μοριά ο Δημήτριος Υψηλάντης. Είναι κοιτίδα πολλών σημαντικών επιστημόνων και άλλων διακεκριμένων προσωπικοτήτων της πολιτικής κυρίως σκηνής.

Πρόσφατα υπήρξε έδρα του δήμου Τρικολώνων, ενώ σήμερα εντάσσεται στο δήμο Γορτυνίας. Διατηρεί σημαντική υποδομή διαμονής και εστίασης και αρκετή εμπορική και τουριστική κίνηση.

Παλιοχώρι

Το Παλιοχώρι
Το Παλιοχώρι
(πατήστε για μεγέθυνση)

Το Παλιοχώρι είναι μικρός οικισμός χαμηλότερα από τη Δημητσάνα, χτισμένος σε μια ραχούλα καταμεσής ενός εκτεταμένου οροπεδίου. Προικισμένη με ήπιο κλίμα και άφθονα νερά από το Κεφαλάρι του Αγιάννη, που συντηρεί τη μόνιμη ροή των ρεμάτων, το Παλιοχώρι υπήρξε "το περιβόλι" της ευρύτερης περιοχής μέχρι τη Βυτίνα (προφανώς για το λόγο αυτόν το χωριό αναφέρεται και ως Πρασινοχώρι). Οι ντόπιοι θυμούνται ότι ακόμα και μεταπολεμικά, όταν η Βυτίνα είχε πλέον ευρείες εμπορικές σχέσεις με την Τρίπολη, μια φορά τη βδομάδα ένα μικρό καραβάνι από μουλάρια και γαϊδουράκια ξεκινούσε μεσάνυχτα από το Παλιοχώρι για να φτάσει με το πρώτο φως, μετά από 6 ώρες πορείας, στο κέντρο της Βυτίνας, τη στιγμή που άνοιγε το εβδομαδιαίο παζάρι του κεφαλοχωριού. Ακόμα και σήμερα το οροπέδιο καλλιεργείται με οπωροφόρα και λαχανικά, τροφοδοτώντας τα καταστήματα της Δημητσάνας.

Παρόλο που σήμερα στο χωριό μένουν μόλις 20 κάτοικοι, τα περίπου 50 σπίτια του χωριού και η ενοριακή εκκλησία των Αγίων Αποστόλων είναι σε καλή κατάσταση. Ένα σύντομο δρομάκι οδηγεί στο ξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων, όπου ο υπερχιλιετής πλάτανος συνδέεται με γεγονότα παλαιότερα και σύγχρονα της περιόδου της Επανάστασης του 1821.

Δημητσάνα

Η Δημητσάνα
Η Δημητσάνα
Η Δημητσάνα
(πατήστε για μεγέθυνση)

Η Δημητσάνα είναι χτισμένη πάνω σε ευρύχωρο ώμο, στο μοναδικό ομαλό πέρασμα της άνω κοιλάδας του Λούσιου, σε υψόμετρο περίπου 1000μ. Η θέση είναι ιδεώδης και εύλογα κατοικείτο από την αρχαιότητα: στην "Πλάτσα", το εξωτερικό σκέλος του φυσικού ώμου, διατηρούνται ανάμεσα στους τοίχους των νεώτερων κατοικιών τμήματα αρχαίου ισοδομικού τείχους, που ανήκαν στην {b}ακρόπολη της αρχαίας πόλης Τεύθις{/b}, η οποία πιθανόν έδρευε στις ομαλές πλαγιές κάτω απο τη σημερινή κώμη και μέχρι το Παλαιοχώρι.

Η Δημητσάνα ήταν από το 18ο αιώνα σημαντικό εμπορικό κέντρο της περιοχής και γνώρισε μια περίοδο δύο αιώνων μεγάλης οικονομικής ακμής χάρις στις υδροκίνητες βιοτεχνίες (αλευρόμυλοι, νεροτριβές, βυρσοδεψεία και μπαρουτόμυλοι), τους οποίους κινούσαν τα άφθονα πηγαία νερά της κοιλάδας. Μέρος των νερόμυλων και μπαρουτόμυλων της περιοχής έχει διασωθεί στο εξαιρετικό Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης Δημητσάνας, στην έξοδο του μεγάλου κεφαλαριού του Αγιώργη, λίγο έξω από την πόλη. Από τα τέλη του 19ου αι., με την ανάπτυξη των βιομηχανικών μεθόδων, οι υδροκίνητες βιοτεχνίες παρήκμασαν κα η Δημητσάνα έχασε την αίγλη της, παρέμεινε ωστόσο σημαντικός συγκοινωνιακός και διοικητικός κόμβος.

Η ίδια η πόλη, που έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός και διατηρητέος οικισμός, έχει πολλά σημαντικά, από ιστορική ή αρχιτεκτονική άποψη, κτίρια και μνημεία, όπως το σπίτι του Γρηγορίου Ε' (που έχει ανακαινισθεί και στεγάζει σήμερα το Εκκλησιαστικό Μουσείο), το κτίριο της ιερατικής Σχολής Δημητσάνας (όπου σήμερα στεγάζεται η Βιβλιοθήκη Δημητσάνας, με πάνω από 15.000 τόμους, ανάμεσα στους οποίους σπάνιες εκδόσεις, κώδικες και πλούσιο ιστορικό αρχείο και η λαογραφική συλλογή), το σπίτι του Παλαιών Πατρών Γερμανού, ο πενταόροφος Πύργος του Ξενιού (που κτίστηκε το 1850 από τον σταφιδέμπορο της Πάτρας Κωνσταντίνο Κουκουζή) και πολλά άλλα. Ανάμεσα στις επτά εκκλησίες του 17ου, 18ου και 19ου αιώνα που υπάρχουν στην πόλη, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ναοί της Αγίας Κυριακής (μητροπολιτικός ναός της πόλης), του Αγίου Ευθυμίου, του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ιωάννη και των Αγίων Ταξιαρχών.

Στον άξονα της χαράδρας του Λούσιου και σε στενή εξάρτηση με τη Δημητσάνα άνθισαν η βυζαντινή Μονή Φιλοσόφου, η μονή της Παναγίας των Αιμυαλών, η Νέα Μονή Φιλοσόφου και η Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Στην έξοδο του φαραγγιού του Λούσιου, στα όρια της εμβέλειας της πόλης, εκτείνεται ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας Γόρτυνας, όπου έχει ανασκαφεί μεγάλο τμήμα της ακρόπολης και σημαντικό ασκληπιείο με λουτρά.

Η πόλη είναι σήμερα διοικητικό και οικονομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής και έδρα του δήμου Γορτυνίας. Διαθέτει μεγάλη υποδομή εστίασης και διαμονής και πολλά εμπορικά καταστήματα.

Ζυγοβίστι

Το Ζυγοβίστι, κάτω από την εποπτεία της Κλινίτσας
Το Ζυγοβίστι, κάτω από την εποπτεία της Κλινίτσας
(πατήστε για μεγέθυνση)

Μικρό χωριό στα βόρεια της Κλινίτσας, κτισμένο ανάμεσα στο μεγάλο οροπέδιο Κάμπος, που αποτελούσε και τον κύριο γεωργικό πόρο του χωριού, και το ελατόδασος του Μαινάλου. Το όνομα του ίσως να προέρχεται από το τοπωνύμιο Ζυγός, που πιθανώς είχε αποδοθεί στην περιοχή επειδή γειτνιάζει με το μείζον πέρασμα του Δ. Μαινάλου (σήμερα θέση Μπιλάλη). Η λεκάνη του χωριού αποικίστηκε τον 16ο αι. από την οικογένεια των Κοντογιανναίων, που μετακινήθηκαν από το χωριό Αιμυαλοί Μεσσηνίας. Η ίδια οικογένεια ίδρυσε το 1608 και τη μονή Αιμυαλών, στο χείλος της χαράδρας του Λούσιου, ακριβώς κάτω από το Ζυγοβίστι.

Από την πρώτη αυτή περίοδο εποίκησης, το Ζυγοβίστι κρατά τα δύο παλιότερα εκκλησιαστικά μνημεία του, τους ναούς του Αγίου Νικολάου (1638) και του Αγίου Ιωάννη (1643), στη νότια και τη βόρεια είσοδο του οικισμού αντίστοιχα, ενώ η ενοριακή εκκλησία της Μεταμορφωσης Σωτήρα και η απομονωμένη μονή των Αγίων Αποστόλων είναι των αρχών του 19ου αι. Ενδιαφέροντα κτίσματα του 18ου-19ου αι. είναι και το σχολείο (1830) και η ταβέρνα των Ασίκηδων (1748).

Menalon Trail
Menalon Trail
Παλιά κρήνη στο Ζυγοβίστι
Κεντρικό στοιχείο της ιστορίας των Ζυγοβιστινών είναι η συμμετοχή τους στο σώμα της προσωπικής φρουράς του Θ. Κολοκοτρώνη, στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Στην είσοδο του χωριού έχει ανεγερθεί μαρμάρινο μνημείο με μορφή ανοιχτού βιβλίου, όπου αναγράφονται τα ονόματα των αγωνιστών.

Παρόλο που σήμερα στο χωριό μένουν μόλις 20 κάτοικοι, τα περίπου 50 σπίτια του χωριού και η ενοριακή εκκλησία των Αγίων Αποστόλων είναι σε καλή κατάσταση. Ένα σύντομο δρομάκι οδηγεί στο ξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων, όπου ο υπερχιλιετής πλάτανος συνδέεται με γεγονότα παλαιότερα και σύγχρονα της περιόδου της Επανάστασης του 1821.

Ελάτη

Η Ελάτη (Γαρζενίκος)
Η Ελάτη (Γαρζενίκος)
(πατήστε για μεγέθυνση)

Το παλιό όνομα του χωριού είναι Γαρζενίκος. Η Ελάτη είναι ένα μικρό χωριό κρυμένο μέσα σε μια πτύχωση του Δυτικού Μαινάλου, ανάμεσα στο δάσος και το Μυλάοντα ποταμό. Το χωριό έχει πολλά κοινά σημεία με τους παρακείμενους οικσμούς, το έρημο {b}Πυργάκι{/b} και το αφανές {b}Μεθύδριο{/b}, με τους οποίους μοιράζεται το κοινό πεπρωμένο των συνοικήσεων της περιόδου της οικονομίας της επιβίωσης, που γεννιόντουσαν και ισορροπούσαν αυθόρμητα ανάμεσα στους δασικούς και τους λιβαδικούς πόρους του βουνού.

Στο τετράπλευρο που δημιουργείται με τη μονή Αγίων Θεοδώρων ως τέταρτη οικιστική μονάδα, η Ελάτη ξεχωρίζει στο ότι αντανακλά τον παλιό και χαμένο πιά οικισμό Εφτά Ψωμιά, που άκμασε μέχρι τον 18ο αι. στο μεγάλο λιβάδι πάνω στο δρόμο προς την Αλωνίσταινα, όπου σήμερα η πηγή Παλιοχώρι και η ωραία ανακατασκευασμένη εκκλησία της {b}Ζωοδόχου Πηγής{/b}.

Μέσα στο χαλαρό οικιστικό ιστό του χωριού που απλώνεται στο μικρό πράσινο αμφιθέατρο, ο οδικός άξονας περνά από την ενοριακή εκκλησία της Παναγίας, δημιουργώντας έναν έκκεντρο πόλο. Μία ταβέρνα και μία μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα συνθέτουν την κίνηση φιλοξενίας της Ελάτης προς τον επισκέπτη, που αναζητά απλούστερο σκηνικό από την πολύφερνη Βυτίνα και άμεση γειτνίαση με το φυσικό τοπίο και το δάσος.

Βυτίνα

Η Βυτίνα
Η Βυτίνα
(πατήστε για μεγέθυνση)

Η σημερινή Βυτίνα απλώνεται σε επίπεδο οροπέδιο στους πρόποδες του Μαινάλου, σε μια έκταση που άλλοτε αποτελούσε ένα σημαντικό γεωργικό πόρο. Ο οικισμός προήλθε από τη μετακίνηση ή συνένωση προγενέστερων εγκαταστάσεων, όπως της Παλιάς Βυτίνας και άλλων αγροτικών συνοικίσεων, που είχαν αρκετή δυναμική και είχαν δώσει και πεδινά παρακλάδια στην Αργολίδα, την Αχαϊα και την Ηλεία.

Λόγω ακριβώς αυτής της δυναμικής, αλλά και της θέσης της πάνω στους οδικούς άξονες που αναπτύχθηκαν το πρώτο μισό του 20ου αι., η Βυτίνα ενισχύθηκε με λειτουργίες υπερτοπικού κέντρου, όπως το παλιό Σανατόριο "Ιθώμη" και η Δασοκομική Σχολή, που έθεσαν τα θεμέλια της μελλοντικής της πορείας ως ορεινό θέρετρο. Η ανάπτυξη του Χιονοδρομικού Κέντρου στο Μαινάλου και η διασύνδεσή της με την Ολυμπία και τα Καλάβρυτα ενίσχυσαν τη θέση της στον τουριστικό ιστό της Βόρειας Πελοποννήσου. Οι δραστηριότητες που άνθισαν παράλληλα (εστίαση, βιοτεχνία τροφίμων, ξυλοτεχνία, υφαντουργία) συγκέντρωσαν και αναπροσανατόλισαν το εργατικό δυναμικό προς τη μεταποίηση και τον τριτογενή, προετοιμάζοντας το παραγωγικό προφίλ της Βυτίνας του 21ου αι.

Με πάνω από έναν αιώνα δυναμικής παρουσίας στην καρδιά της Γορτυνίας, η Βυτίνα είναι πλέον μια ζωηρή κωμόπολη με αξιόλογη υποδομή εστίασης και διαμονής, την πλουσιότερη σε ολόκληρη τη δυτική Αρκαδία. Πυρήνας εξορμήσεων σε ολόκληρη της Γορτυνία, η κώμη διαθέτει ωστόσο δική της πολιτιστική ταυτότητα, ως γενέτειρα αξιόλογων προσωπικοτήτων (όπως ο ιστορικός Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου), και πολλά αξιοθέατα, όπως η πετρόκτιστη εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα στην κεντρική πλατεία, η δημοτική Βιβλιοθήκη, το ιστορικό "Ελληνικό Σχολείο", ο ναός των Αγίων Αναργύρων (1831), τα πέτρινα γεφύρια και οι νερόμυλοι στο Μυλάοντα και άλλα.

Νυμφασία

Η Ελάτη (Γαρζενίκος)
Η Ελάτη (Γαρζενίκος)
(πατήστε για μεγέθυνση)

Η Νυμφασία είναι ένας μικρός οικισμός, χτισμένος σε ομαλή έκταση στο μυχό ενός παρακλαδιού του Μυλάοντα. Στενά συνδεδεμένη με τη Βυτίνα, η Νυμφασία τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από το τοπικό κέντρο και έτσι διατηρεί συμπληρωματικά αρκετές δραστηριότητες και κάποια υποδομή εστίασης. Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η ενοριακή εκκλησία της Αγίας Τριάδας, πετρόκτιστη βασιλική του τέλους του 19ου αι. με επιβλητικό καμπαναριό. Στην περίμετρο χωριού, προς τη μονή Κερνίτσας, συναντάμε τις λιθόκτιστες ανακατασκευασμένες κρήνες Καρυδιά (αρχική κατασκευή του 1824) και Μούσγα (1876).

Μαγούλιανα

Τα Μαγούλιανα
Τα Μαγούλιανα
(πατήστε για μεγέθυνση)

Χάριν της ωραίας αμφιθεατρικής θέσης στην στέψη της κοιλάδας Καμάρι και της ασφάλειας που παρείχε το μεσαιωνικού οχυρό Αργυρόκαστρο, τα Μαγούλιανα σκαρφάλωσαν πιό ψηλά από κάθε άλλο οικισμό στην Πελοπόννησο και ρίζωσαν στα 1240 μ. Ο οικισμός καταλαμβάνει ολόκληρο το πλάτος της λεκάνης, που έχει νότιο προσανατολισμό και συνεχή ηλιασμό, απαλύνοντας την επίδραση του υψομέτρου. Οι κάτοικοι του χωριού επιδόθηκαν κυρίως στην κτηνοτροφία, αξιοποιώντας τους απέραντους λιβαδικούς πόρους των γύρω κορυφών. Το χειμώνα ωστόσο οι συνθήκες ήταν δύσκολες στη ζώνη πάνω από τα 1000 μ. υψόμετρο και έτσι πολλά κοπάδια κατέβαιναν σε χειμαδιά της Αχαϊας και Ηλείας, όπου και αρκετοί σταδιακά εγκαταστάθηκαν (συνοικία Μαγουλιανίτικα στην Αμαλιάδα).

Menalon Trail
Menalon Trail
Ο μεγάλος ενοριακός ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου
Στην πλατεία του χωριού δεσπόζει ένας μεγάλος πλάτανος. Το δέντρο έχει ύψος 20 μ. και περίμετρο κορμού 6.4 μ. Η προβολή της κόμης του στο έδαφος καλύπτει επιφάνεια 450 τετ.μ. Το ριζικό σύστημα του δέντρου απλώνεται μέσα στην υποκείμενη Βρύση Κολοπανά και τρέφεται από αυτήν. Ο ιστορικός αυτός πλάτανος προστατεύεται ως Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης.
Menalon Trail
Menalon Trail
Ο πλάτανος στην πλατεία του χωριού
Οι μεγάλες εκκλησίες της Κοίμησης της Θεοτόκου (1840), του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Ιωάννη (18ος αι.) και οι απλές γραμμές του αναγλύφου, πάνω στις οποίες κυλούν τα πέτρινα σπίτια, δίνουν μια εικόνα συνοχής και ηρεμίας στο χωριό. Στην κορυφή Κάστρο, που προστατεύει από τα βόρεια το χωριό, σώζονται τα λείψανα του Αργυρόκαστρου, μέσα στο περίβολο του οποίου έχει ανεγερθεί νεώτερος ναός του Αγίου Γεωργίου. Στην περιοχή Κορφοξυλιά, δυτικά του χωριού, βρίσκεται το παλιό Σανατόριο της Μάννας. Κατασκευάστηκε από πόρους που συγκέντρωσε η Άννα Παπαδοπούλου, αδερφή του Παύλου Μελά, κτίστηκε από Λαγκαδιανούς μαστόρους με πέτρα από το λατομείο του Αλογόβραχου και λειτούργησε το 1928. Γρήγορα έγινε κανονικό νοσοκομείο και για χρόνια απετέλεσε σημαντικό στοιχείο οικονομικής και κοινωνικής ζωής στην περιοχή.

Βαλτεσινίκο

Το Βαλτεσινίκο
Το Βαλτεσινίκο
(πατήστε για μεγέθυνση)

Το Βαλτεσινίκο είναι χτισμένο στην σφικτή αγκαλιά μιας προσήλιας λεκάνης, ανάμεσα σε σημαντικούς και εκτεταμένους γεωργικούς, δασικούς και κτηνοτροφικούς πόρους. Η γεωργική ζώνη του χωριού καταλαμβάνει δύο μεγάλες λεκάνες, την κοιλάδα του Ελά και το Βαλτεσινιώτικο Κάμπο, στις ανάντι και κατάντι χαράδρες κρύβονται αξιόλογοι βοσκότοποι, ενώ ένα απέραντο δάσος απλώνεται μέχρι τα Μαγούλιανα, το Καλονέρι και τη Κρυόβρυση. Ο πλούτος αυτός έδωσε στο Βαλτεσινίκο μια δυναμική βάση, που το βοήθησε να πορευτεί σταθερά σε όλες τις τρικυμίες των καιρών, ακόμα και στην σημερινή, ιδιαίτερα αρνητική για τα ορεινά χωριά, συγκυρία. Απομονωμένο γεωγραφικά, το χωριό λειτουργεί ως αυτάρκες τοπικό κέντρο και διατηρεί αξιόλογη υποδομή εστίασης και διαμονής, εντυπωσιακό νεανικό δυναμικό και ισχυρή παρουσία καταγόμενων.

Menalon Trail
Menalon Trail
Ο μεγάλος ενοριακός ναός των Αγίων Θεοδώρων
Σημάδι της κοινωνικής σφριγηλότητας την εποχή της ακμής του, το Βαλτεσινίκο έχει 10 εκκλησίες, με σημαντικότερες το μεγάλο ενοριακό ναό των Αγίων Θεοδώρων, τον Άγιο Γεώργιο (με πολλά περίτεχνα κοσμητικά στοιχεία και οκταγωνικό τρούλο, έργο Λαγκαδιανών μαστόρων) και τους Ταξιάρχες (1824). Την περίοδο αυτή το χωριό ανέπτυξε την τέχνη της ξυλογλυπτικής και - σε αξιοσημείωτη συμπληρωματικότητα με αντίστοιχες δεξιότητες σε άλλα γορτυνιακά χωριά - ειδικεύτηκε στα τέμπλα εκκλησιών και άλλα κοσμητικά ή χρηστικά τεχνουργήματα.

Μια μικρή εκδρομή στην άμεση περίμετρο του χωριού μπορεί να κατευθυνθεί στη στέψη του φαραγγιού του Καψάλη (ή Ρεντζέλα), όπου βρίσκεται η μονή της Κοίμησης Θεοτόκου και η μονή Αγίου Νικολάου, και να συνεχίσει στο Βαλτεσινιώτικο Κάμπο, όπου με λίγο ψάξιμο θα βρούμε ένα πετρόχτιστο γεφύρι, το ξωκκλήσι της Αγίας Μαρίνας και ερείπια αρχαίου ναού στην Αγία Παρασκευή, κοντά στη Μυγδαλιά. Τέλος μια σύντομη πορεία στην κορυφή Παλιόκαστρο θα μας οδηγήσει στα λείψανα μεσαιωνικού οχυρού που κατόπτευε τις απέραντες κοιλάδες προς το Λάδωνα και τα Λαγκάδια.

Λαγκάδια

Τα Λαγκάδια
Τα Λαγκάδια
(πατήστε για μεγέθυνση)

Τα Λαγκάδια είναι χτισμένα σε πολύ απότομη πλαγιά των Γορτυνιακών Βουνών, σε μια ζώνη που παρόλο που κάνει την κατασκευή κτισμάτων ιδιαίτερα σύνθετη, συγκεντρώνει ταυτόχρονα πολλά χαρίσματα: είναι πάνω σε μια προφανή γεωγραφική διέξοδο της Γορτυνίας προς τα δυτικά (από εδώ περνούσε ο αρχαίος δρόμος Σπάρτης - Μεγαλόπολης - Μεθυδρίου - Τεύθιδος - Ηραίας - Ολυμπίας, από την οποία κατέβαινε ολόκληρη η ανατολική Πελοπόννησος για παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ολυμπία), έχει πολλά πηγαία νερά και παρέχει ισχυρή άμυνα και ασφαλή καταφύγια.

Η ανάγκη προσεκτικής μελέτης και κατασκευής των κτιρίων, ώθησε τους Λαγκαδιανούς μαστόρους να αναπτύξουν τεχνικής υψηλής σταθερότητας στη δόμηση με πέτρα, δεξιότητα που εδραίωσε τη φήμη τους ως των καλυτέρων χτιστάδων της Πελοποννήσου. Οι Λαγκαδιανοί έχουν χτίσει τόσο στην Αρκαδία, όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, εκατοντάδες μεγάλα κτίρια, εκκλησίες, γεφύρια και καμπαναριά.

Σημαντικό τοπικό κέντρο, τα Λαγκάδια υπήρξαν κατά περιόδους διοικητικός και πνευματικός κόμβος και τόπος καταγωγής μεγάλων προσωπικοτήτων και αγωνιστών του 1821, όπως η οικογένεια των Δεληγιαννέων. Tα κυριότερα ιστορικά κτίρια της κώμης είναι το σπίτι των Δεληγιάννηδων στην πάνω Γειτονιά, οι Ταξιάρχες (1805), ο ναός των Αγίων Αποστόλων (1853), το πετρόχτιστο Γυμνάσιο (1868), ο ναός του Τιμίου Προδρόμου (1808) και τα ξωκλήσια της Παναγιάς του Γούναρη (1862) και της Αγίας Τριάδας.

Η πόλη έχει αξιόλογη ξενοδοχειακή υποδομή, πλούσιες επιλογές εστίασης, ενώ στα καταστήματα μπορεί κανείς να αγοράσει υφαντά, τοπικά ζυμαρικά, γλυκά και προϊόντα ξυλοτεχνίας. Πολλές και πρωτότυπες εκδηλώσεις γίνονται κάθε χρόνο, όπως το αποκριάτικο πανηγύρι και οι καλοκαιρινές αγώνες δημοτικού τραγουδιού στη θέση Πανηγυρίστρα. Ενδιαφέροντες προορισμοί σύντομων εκδρομών είναι οι πηγές του Λούσιου στην Αγία Παρασκευή Καλονερίου και η λεκάνη των Λαγκαδιανού ρέματος με τα μικρά παραδοσιακά χωριά.

Αναλυτικές περιγραφές και φωτογραφίες των οικισμών κατά μήκος του Menalon Trail περιλαμβάνονται στην εφαρμογή Αρεόπολη topoguide.

Ο οδηγός Menalon Trail είναι διαθέσιμος για συσκευές Android ως αυτόνομη εφαρμογή από το Play Store από το Play Store.

Ο οδηγός Menalon Trail είναι επίσης διαθέσιμος ως αγορά μέσα στην εφαρμογή (in-app-purchase) στην εφαρμογή Topoguide Greece, σχεδιασμένη ειδικά για συσκευές iOS (iPhone και iPad).