Σπέτσες: Το παλίμψηστο του τοπίου

Σπέτσες
Το παλίμψηστο του τοπίου

Κείμενο και φωτογραφίες: Τ. Αδαμακόπουλος

Οι Σπέτσες, ένα μικρό νησί με περιορισμένους φυσικούς πόρους, προσέλκυσε το ενδιαφέρον των εποίκων της εύφορης Αργολίδας κυρίως λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής θέσης του στη θαλάσσια γεωγραφία του Αργολικού κόλπου. Από την προϊστορία μέχρι και το ύστερο Βυζάντιο, φαίνεται ότι κατοίκηση ήταν σποραδική, τόσο χρονικά, όσο και χωρικά και εντοπίζεται αποκλειστικά σε παράκτιες θέσεις. Αν και οι θέσεις αυτές χρονολογούνται ήδη πολλούς αιώνες πριν την περίοδο ακμής του μυκηναϊκού πολιτισμού, αφορούν κυρίως μικρού μεγέθους οικιστικές μονάδες. Ωστόσο, παρόλο που δεν έχουν διατηρηθεί σημάδια εγκατάστασης κατά τα ιστορικά χρόνια, οι θέσεις αυτές παρέμειναν ενεργές ή τουλάχιστον λειτουργικές έως και το πρώιμο Βυζάντιο, περίοδο κατά την οποία το νησί οχυρώνεται, ώστε να ελεγχθεί η κυκλοφορία στον κόλπο.

Δεν είναι σαφές αν στο μέσο και ύστερο Βυζάντιο υπήρχε κάποια αξιόλογη μόνιμη εγκατάσταση στο νησί: οι αναφορές σε αυτό εστιάζουν στη ναυλοχία εμπορικών και πολεμικών σκαφών που περνούσαν από εδώ, με σκοπό τον ανεφοδιασμό σε νερό και αγροτικά προϊόντα. Χρειάστηκε να φτάσουμε στη μεγάλη εποίκηση του 15ου αιώνα του σχεδόν έρημου ελληνικού χώρου από τα βαλκανικά φύλα, για να δούμε την πρώτη αξιόλογη εγκατάσταση, αποκλειστικά από Χριστιανούς Αρβανίτες. Ο πρώτος αυτός πληθυσμός ενισχύθηκε με επάλληλα κύματα εποίκων από τη ΝΑ Πελοπόννησο.

Προς το τέλος της Βυζαντινής περιόδου, η αρχική διάσπαρτη κατοίκηση συσπειρώθηκε γύρω από το Καστέλι, το μοναδικό σημείο που συγκέντρωνε κάποια από τα βασικά κριτήρια χωροθέτησης ενός οικισμού: το ανάγλυφο έδινε μια υπόσχεση φυσικής οχύρωσης, υπήρχε μια πηγή σταθερής παροχής και το Παλιό Λιμάνι κάλυπτε τις απαιτήσεις της εποχής. Πάνω από τα σπίτια, στην έξαρση του Αγίου Βασιλείου, δημιουργηθηκε ένα μικρό οχυρό.

Τα μέτρα αυτά δεν εμπόδισαν την καταστροφή του οικισμού στα Ορλωφικά (1770). Η στροφή των Σπετσιωτών στη ναυτιλία φαίνεται να πυροδοτήθηκε από την επίγνωση της δύναμης που προσφέρει η θάλασσα. Έκτοτε, και για δύο αιώνες, δεν έπαψαν να ναυπηγούν μικρά και μεγαλύτερα πλοία και ήδη στις αρχές του 18ου αιώνα το νησί αποτελεί μια σημαντική και γρήγορα ανερχόμενη ναυτική δύναμη.

Ο υλικός πολιτισμός της υπαίθρου

Σπέτσες: Ο ανεμόμυλος Γόμπου
Σπέτσες: Ο ανεμόμυλος Γόμπου
Πατήστε για μεγέθυνση

Ανάμεσα στις ποικίλες εκφάνσεις της συνοχής των Σπετσών με το περιρρέον πολιτισμικό γίγνεσθαι, από το οποίο προφανώς ένας μικρός τόπος δανείζεται και αναπλάθει - οικοδομική, ναυπηγική, ένδυση, οικοσκευή κλπ - στο κεφάλαιο αυτό μας ενδιαφέρει να εντοπίσουμε την ιστορικότητα του τοπίου, δηλαδή τα σημάδια που άφησε η διαδρομή του Σπετσιώτη στο φυσικό χώρο.

Πριν οι Σπέτσες περάσουν από την εμβέλεια της ακτοπλοΐας στο πολύ ευρύτερο πεδίο της ναυσιπλοΐας, η ζωή του νησιού ήταν οργανωμένη γύρω από μια οικονομία της επιβίωσης, κοινή μοίρα όλων των μικρών τόπων. Το τοπίο μας λέει ότι ακόμα και μέσα στον λαμπρό 19ο αιώνα - και φυσικά σε όλες τις ταραγμένες πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα - ένα μέρος του πληθυσμού συνέχισε να στηρίζεται στους χερσαίους και παράκτιους πόρους, ανοίγοντας πεζούλες, φτιάχνοντας πηγάδια, καίγοντας ασβεστοκάμινα, φροντίζοντας αμπέλια και λιχνίζοντας δημητριακά.

Έτσι, παρόλη την σαρωτική αλλαγή που επήλθε στο τοπίο των Σπετσών με τη μεγάλη επιχείρηση αναδάσωσης του Ανάργυρου, ο πεζοπόρος θα διακρίνει στις πορείες του κάποια απο τα γήινα στοιχεία που χαράκτηκαν στο ταπεινό παλίμψηστο του νησιού.

Ανεμόμυλοι

Μικρή Αττική topoguide
Σπέτσες: Ο ερειπωμένος ανεμόμυλος του Μιλτιάδη

Την περίοδο της ακμής της γεωργικής παραγωγής, λειτουργούσαν στο νησί περίπου 30 ανεμόμυλοι, όλοι του τυπικού στο Αιγαίο τύπου με την φτερωτή σε οριζόντιο άξονα. Επίσης τυπική είναι η χωροθέτησή τους, σε θέσεις εκτεθειμένες στον άνεμο, αλλά όχι πολύ μακριά από τον οικισμό ή τις κύριες ζώνες παραγωγής. Ο τελευταίος ανεμόμυλος σταμάτησε το 1917.

Αλώνια

Κοντά στα ορεινά κτήματα, σε θέσεις με ήπιο άνεμο και εύκολη προσπέλαση, κατασκευάστηκαν τα αλώνια, απαραίτητα για την ολοκλήρωση του κύκλου παραγωγής. Τα αλώνια των Σπετσών είναι του κλασικού τύπου με πετρόστρωτη λεκάνη και επίστρωση με κονία. Αναφέρονται γύρω στα 30 αλώνια, αξιοσημείωτα ισάριθμα με τους ανεμόμυλους. Με την απαξίωση των ορεινών καλλιεργειών, που δεν μπορούσαν να αρδευθούν, και την εκμηχάνιση της διαδικασίας των δημητριακών, τα αλώνια εγκαταλείφθηκαν και παραχώθηκαν ή άλλαξαν χρήση. Σήμερα είναι ορατά μόλις τέσσερα, ένα από τα οποία είναι ακόμα σε χρήση.

Πατητήρια

Το αμπέλι, μια από τις ελάχιστες καλλιέργειες όπου η ένταση εργασίας αποζημιώνεται εύκολα ως προστιθέμενη αξία, βρήκε στις Σπέτσες ένα σχεδόν ιδανικό περιβάλλον. Όλες οι νότιες πλαγιές, από την κορυφογραμμή έως τη θάλασσα, είχαν διαμορφωθεί σε πεζούλες, όπου έθαλλε το πολύτιμο φυτό. Η βασική ποικιλία σταφυλιών που καλλιεργείτο στο νησί ήταν ο ροδίτης.

Χαρακτηριστικό στοιχείο του αμπελώνα είναι το πατητήρι, μια λιλιπούτεια βιοτεχνική μονάδα που αποτελείται από το ληνό - τυπικά μια ορθογώνια, πετρόχτιστη λεκάνη στεγανοποιημένη με κονία - και το καλύβι, ένα μικρό οίκημα υποστήριξης για τα εργαλεία, την αποθήκευση του μούστου, τη φύλαξη νερού, αλλά και την περιστασιακή διαμονή.

Φαίνεται ότι κάπου στο ξεκίνημα του 20ού αιώνα, ένα μέρος των ληνών μετατράπηκαν σε ρετσινόλακκους, εντασσόμενα στην νέα δραστηριότητα, τη ριτηνοσυλλογή. Σήμερα, αμφότερα τα στοιχεία είναι δυσεύρετα μέσα στο τοπίο.

Ασβεστοκάμινα

Η χρήση του ασβέστη είναι κοινή σε όλες σχεδόν τις γνωστές κονίες - ακόμα και το κουρασάνι, παρόλο που αντλεί τις υδραυλικές ιδιότητές του από τις φυσικές πουζολάνες, ανατρέχει πολύ συχνά στον ασβέστη - γεγονός που τον καθιστά βασικό στοιχείο της οικοδομικής δραστηριότητας. Τα ολόλευκα επιχρίσματα όλων των κτιρίων του νησιού μαρτυρούν την ευρύτητα της εφαρμογής του ασβέστη και δίνουν ένα μέτρο των αναγκών. Έτσι, οι Σπέτσες, όπως και ο κάθε τόπος, είχαν κάθε λόγο να οργανώσουν τοπική παραγωγή, ειδικά αφού η όλη διαδικασία είναι έντασης εργασίας. Στην κορύφωση της οικοδομικής ακμής, λειτουργούσαν στο νησί περίπου 20 ασβεστοκάμινα, που άρχισαν να σβήνουν οριστικά κάπου στα μέσα του 20ού αιώνα.

Λόγω της σχεδόν πλήρους κάλυψης του νησιού από κροκαλοπαγή, τα οποία παρόλο που περιέχουν και κροκάλες ασβεστόλιθου δεν μπορούν να δώσουν ασβέστη, πρώτη ύλη μπορούσε να αντληθεί μόνο από τη μοναδική ασβεστολιθική εμφάνιση της χέρσου, στην περιοχή Αγριόπετρες. Ωστόσο, ο μεγάλος όγκος της πρώτης ύλης ερχόταν με καΐκια από τη Δοκό, κοντινό ερημονήσι καθαρά ασβεστολιθικής σύνθεσης. Έτσι, η όλη διαδικασία παραγωγής του ασβέστη γινόταν αποκλειστικά στις ακτές: εδώ έφταναν οι όγκοι ασβεστόλιθου από τη Δοκό, εδώ έβρισκαν στους θάμνους - και κυρίως τις "φίδες" - αρκετή καύσιμη ύλη, εδώ υπήρχε άφθονο νερό - θαλασσόνερο - για το σβήσιμο του καμινιού και από εδώ φορτωνόταν ο ελαφρύς "άγριος" ασβέστης για να μεταφερθεί προς την πόλη.

Η όλη διαδικασία παραγωγής είναι κουραστική, μονότονη και μάλλον πρωτόγονη. Το πιο ενδιαφέρον - τεχνολογικά - στάδιο είναι η κατασκευή του ίδιου του ασβεστοκάμινου, που γινόταν από ειδικό τεχνίτη. Αξίζει να δει κανείς μερικά από τα ασβεστοκάμινα του νησιού και να κατανοήσει την τοποθεσία και τις κατασκευαστικές λεπτομέρειές τους.

Χάρτης των ασβεστοκάμινων, αλωνιών και ανεμόμυλων
που μπορεί να δει κανείς σήμερα στις Σπέτσες

Πολύτιμες πληροφορίες για το πιο πάνω άρθρο αντλήθηκαν από τα κείμενα των Π. Χαριτάτου και Β. Μπρατοπούλου, όπως δημοσιεύτηκαν στις σελίδες του ιστοτόπου Διαδρομές και μονοπάτια στις Σπέτσες.